Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Έρημη Πόλη: Κεφάλαιο 24ο



«Βλέπω πως δε φοβάσαι αυτό που βλέπεις. Μπράβο σου», λέει η φιγούρα με τη σκοτεινιά αντί για πρόσωπο, και διακρίνω μια μικρή νότα έκπληξης αλλά και επιδοκιμασίας ταυτόχρονα. «Αφού συναντηθήκαμε εδώ, θα σου δείξω δυο ενδεχόμενα από τα οποία θα πρέπει να επιλέξεις το ένα».
«Να επιλέξω; Ανάμεσα σε τι να επιλέξω;» ρωτάω γεμάτος περιέργεια.
Η φιγούρα γέλασε ξανά.
«Πρώτη σου δυνατότητα, είναι να αναμετρηθούμε εδώ και τώρα. Αν νικήσεις, και οι δυο θα ελευθερωθείτε άμεσα. Την επόμενη φορά που θα ανοίξετε τα μάτια σας, θα είστε ξαπλωμένοι στα σπίτια σας. Στα πραγματικά σπίτια σας, αυτή τη φορά».
Αυτό ακούγεται υπερβολικά καλό για να είναι αληθινό. Κοιτάζω τη φιγούρα γεμάτος δυσπιστία.
«Και πως μπορώ να ξέρω πως το τηρήσετε αυτό αν νικήσω;» ρωτάω.
«Δεν μπορείς να το ξέρεις. Το μόνο που έχεις είναι ο λόγος μας. Αλλά να ξέρεις πως δεν έχουμε λόγο να μην το τηρήσουμε. Δεν φοβόμαστε μην τυχόν και επιχειρήσεις να μας αποκαλύψεις. Σας έχουμε μεταφέρει σε διαφορετικό σημείο και το κτήριο όπου ήσασταν έχει καταστραφεί ολοσχερώς. Υποτιθέμενη τρομοκρατική ενέργεια. Δεν ξέρεις ποιοι είμαστε στην πραγματικότητα. Αν πας να πεις οτιδήποτε για αυτά που έζησες, θα σε περάσουν για τρελό. Για να λέμε την αλήθεια, είναι για το συμφέρον σου, αν τυχόν κι ελευθερωθείς, να μην πεις ποτέ κάτι σε κανέναν».
Είναι λογικό αυτό που λέει. Τουλάχιστον αυτό θέλω να πιστεύω, πως πράγματι θα μας ελευθερώσουν.
«Κι αν χάσω στη μεταξύ μας μονομαχία;» ρωτάω.
«Τότε, η μικρή μόνο θα μείνει ελεύθερη κι εσύ θα λάβεις απλά μια θανατηφόρα ένεση», μου έρχεται η απάντηση. Αυτό μου προσφέρει μια μικρή ανακούφιση. Τουλάχιστον, ξέρω πως όποιο κι αν είναι το τελικό αποτέλεσμα, η Μαρία θα τη γλυτώσει.
«Είπες πως αυτή είναι η πρώτη μου δυνατότητα. Ποια είναι η δεύτερη;» ρωτάω.
«Η δεύτερη δυνατότητά σου, είναι να παραιτηθείς από τη δοκιμασία και από την προοπτική να ελευθερωθείς», απαντάει η φιγούρα και ακούγεται πιο απαλή τώρα. Αντιλαμβάνεται μάλλον την έκπληξη που νιώθω και συνεχίζει με πιο γρήγορο ρυθμό. «Αφού θα παραμείνεις οικειοθελώς μέσα στην εξομοίωση, θα έχεις μια μικρή δυνατότητα ρύθμισης του περιβάλλοντός σου. Θα μπορούν να υπάρξουν κι άλλα άτομα εδώ. Γνωστοί σου».
Στο άκουσμα του τελευταίου, βγάζω μια μικρή κραυγή φρίκης. «Θα πιάσετε και γνωστούς μου;» ρωτάω μόλις καταφέρνω κι ανακτώ λίγο την ανάσα μου.
«Φυσικά και όχι!» απαντάει η φιγούρα και γελάει ξανά. «Οι γνωστοί σου θα παραμείνουν σώοι και αβλαβείς στον πραγματικό κόσμο. Θα χρησιμοποιήσουμε τις αναμνήσεις σου για να φτιάξουμε εικονικά αντίγραφά τους. Δεν θα μπορείς να διακρίνεις διαφορές από τα πραγματικά άτομα. Θα μπορείς να ζήσεις εδώ για όσο καιρό αντέξει το σώμα σου. Θα είσαι περιτριγυρισμένος από τα πρόσωπα που θέλεις. Έγνοιες όπως αρρώστιες, ανεργία και στεναχώρια δεν πρόκειται να σε αγγίξουν ποτέ».
Αυτή η προσφορά, παραδέχομαι πως μου ακούγεται πολύ δελεαστική.
«Αλλά θα πρέπει να παραιτηθώ από τη δυνατότητα να ελευθερωθώ», λέω.
«Αλλά θα πρέπει να παραιτηθείς από τη δυνατότητα να ελευθερωθείς», απαντάει η φιγούρα επαναλαμβάνοντας τα λόγια μου. «Εξαιρώντας την περίπτωση κάποιου τυχαίου γεγονότος, αν παραιτηθείς δεν θα ξαναδείς ποτέ τον πραγματικό κόσμο. Αλλά σκέψου πως δε θα ξανανιώσεις δυστυχία και μιζέρια. Δε θα αισθανθείς ποτέ ανασφάλεια ή άγχος. Όλα θα είναι όπως τα θέλεις».
Με μεγάλη μου έκπληξη, βλέπω πως σκέφτομαι σοβαρά την παραίτηση. Είναι πραγματικά τόσο άσχημο να είσαι φυλακισμένος σε μια τέτοια φυλακή;
Δεν θα είμαι ελεύθερος, αλήθεια είναι αυτό. Αλλά και στον πραγματικό κόσμο, πόσο ελεύθερος ήμουν; Δεν ήμουν πάλι δέσμιος των κακών συνθηκών που επικρατούσαν εκεί;
«Αν παραιτηθείς, υπάρχει και κάτι ακόμη που πρέπει να κάνεις», συμπληρώνει η φιγούρα ύστερα από μια μικρή παύση.
«Αλήθεια; Τι είναι αυτό;»
«Θα πρέπει να μου δώσεις τη μικρή».
Πολλοί μικροί συναγερμοί ηχούν μέσα μου. Νιώθω τη Μαρία να αγκαλιάζει και να σφίγγει τα πόδια μου.
«Γιατί τη θέλετε; Τι σκοπεύετε να την κάνετε;» ρωτάω με άγριο ύφος.
«Αυτά δεν θα τα μάθεις ποτέ. Απλά θα μας την δώσεις και δεν θα ξανακούσεις τίποτε για αυτή».
«Τι θα απογίνει;» επιμένω. Η φιγούρα παραμένει σιωπηλή. Δεν δίνει απάντηση. Η Μαρία σφίγγεται ακόμη περισσότερο πάνω μου.
Τα έχω χαμένα. Το μυαλό μου σκέφτεται χίλια διαφορετικά πράγματα.
Φυλακισμένος σε έναν τέλειο αλλά ψεύτικο κόσμο. Χωρίς να χρειαστεί να ανησυχήσω ποτέ ξανά. Να μην κυνηγήσω και να μην παρακαλέσω τον κάθε γλοιώδη τύπο να με προσλάβει για πενταροδεκάρες.
Ελεύθερος να επιστρέψω στις δυσκολίες της ζωής και την ανασφάλεια της καθημερινότητας.
Νεκρός.
Θα μπορώ να γλυτώσω τη δοκιμασία και να μείνω εδώ για όσο κρατήσει. Αυτό είναι κάτι που πιστεύω πως θα το επέλεγαν πολλοί αν βρίσκονταν στη θέση μου.
Αλλά θα πρέπει να τους δώσω τη Μαρία. Και για κάποιο λόγο, δεν πιστεύω πως σκοπεύουν να της προσφέρουν ένα καλό τέλος.
Η φιγούρα με βλέπει πως διστάζω. «Άντε, αποφάσισε επιτέλους!» με προτρέπει.
Ξαφνικά, νιώθω πως πήρα την απόφασή μου. Απορώ γιατί το σκεφτόμουν τόσην ώρα.
«Μαρία, άσε τα πόδια μου», λέω. Γυρίζω και την κοιτάζω.
Η Μαρία με αφήνει. Κάνει ένα βήμα πίσω, κοιτάζοντας με για δυο στιγμές με βλέμμα έντρομο και μάτια ορθάνοιχτα. Βλέπω δάκρια να κυλάνε στα μάγουλά της. Ύστερα, ορμάει ξανά και με αγκαλιάζει.
«Μη με δώσεις σε αυτόν!» καταφέρνει να μου πει, ανάμεσα στους λυγμούς της.
Την σπρώχνω πιο πέρα. Η Μαρία επιχειρεί να με αγκαλιάσει ξανά, αλλά την κρατάω σε απόσταση. Το προσπαθεί για λίγο ακόμη, μέχρι που φαίνεται πως καταλαβαίνει και παραιτείται από την προσπάθεια. Μένει ακίνητη, με το κεφάλι κατεβασμένο και τα δάκρυά της να τρέχουν ποτάμι.
Ακούω τη φιγούρα να γελάει ξανά, πιο δυνατά από κάθε άλλη φορά. Το γέλιο αυτό, νιώθω σα να μου γδέρνει τα αυτιά. Είναι από τους πιο τρομερούς ήχους που έχω ακούσει.
«Ήμασταν σίγουροι πως θα προτιμούσες την εύκολη λύση!» μου λέει περιπαικτικά. «Το ψυχολογικό προφίλ σου, αυτό ακριβώς έλεγε και ήταν ακριβές! Εμπρός λοιπόν, φέρε την εδώ για να τελειώνουμε επιτέλους!»
Κάθομαι κάτω, στην πέτρα όπου καθόμουν και νωρίτερα. Κλείνω ξανά τα μάτια και μένω ακίνητος.
«Άντε, τι περιμένεις;» ρωτάει η φιγούρα, με ύφος που προδίδει πως έχει χάσει την υπομονή της. «Δεν πρόκειται να γίνει ευκολότερο αν το καθυστερείς!»
«Έχεις δίκιο, απαντάω». Κάνω μια ξαφνική κίνηση και σηκώνω το όπλο που είχα αφήσει εκεί, κρυμμένο μέσα στο χορτάρι. Που να σημαδέψω όμως; Ταχύτατα παίρνω την απόφαση και σημαδεύω στο όριο ανάμεσα στο κανονικό σώμα και στο σκοτάδι που υπάρχει στη θέση του προσώπου. Χωρίς να το σκεφτώ περισσότερο – και να αποφύγω τυχόν δισταγμούς που θα είχα ή κακές σκέψεις πως δε θα γίνει τίποτε – πατάω τη σκανδάλη.
Ο ήχος του πυροβολισμού ήταν εκκωφαντικός μέσα στο ήσυχο περιβάλλον όπου ήμασταν. Η φιγούρα φέρνει τα χέρια της στο λαιμό της και κάνει δυο βήματα πίσω.
«Τι έκανες;» ρωτάει και η φωνή του ήταν πνιχτή.
«Σας έδειξα ποια είναι η άποψή μου για εσάς και για την φυλακή σας», απαντάω. Σηκώνομαι ξανά όρθιος με το όπλο πάντα στραμμένο προς τη φιγούρα.
Αυτή, για λίγα δευτερόλεπτα παραμένει ακίνητη. Η αυτοπεποίθησή μου εξανεμίζεται. Αυτό το χτύπημα θα είχε αφήσει έναν κανονικό άνθρωπο νεκρό.
Βέβαια, προφανώς αυτό που έχω μπροστά μου δεν είναι κανονικός άνθρωπος. Μήπως είναι άτρωτος σε τέτοια χτυπήματα; Αυτό θα ήταν τρομερό. Δεν έχω άλλον τρόπο να τον αντιμετωπίσω.
Η φιγούρα βγάζει ξαφνικά μια κραυγή, μπροστά στη φρίκη της οποίας τα προηγούμενα γέλια φάνταζαν αθώα χάχανα παιδιών. Αρχίζει να χτυπιέται άγρια και ξαφνικά εξαφανίζεται μέσα σε ένα μικρό σύννεφο καπνού. Μέσα σε δυο δευτερόλεπτα, έχει χαθεί κι αυτό.
Γυρίζω και κοιτάζω προς το μέρος της Μαρίας. Έχει μείνει ακίνητη και με ανοιχτό το στόμα από όλα αυτά που συνέβησαν ξαφνικά. Της χαμογελάω και ύστερα από ελάχιστη καθυστέρηση, μου ανταποδίδει το χαμόγελο.
Ξαφνικά, τη βλέπω να εξαφανίζεται κι αυτή από μπροστά μου. Ανοίγω το στόμα μου να φωνάξω, αλλά πριν προλάβω να βγάλω τον παραμικρό ήχο, όλο το περιβάλλον γύρω μου χάνεται κι αυτό. Βρίσκομαι ξαφνικά, να νιώθω πως πέφτω, πέφτω συνεχώς, μέσα σε ένα ολοσκότεινο κενό.
Ξαφνικά, η πτώση μου διακόπτεται. Νιώθω έναν έντονο πόνο σε ολόκληρο το κορμί μου.
Και μετά δεν νιώθω τίποτε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου